- περίδινος
- ὁ, ἡ, Α1. περιπλανώμενος2. πειρατής («περίδ[ε]ινονπειρατήν», Ησύχ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < περι-* + -δινος (< δίνη), πρβλ. σκοτό-δινος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
περιδίνων — περίδινος rover masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιδινοπλανήτης — ὁ, Α αυτός που περιστρέφεται γύρω από κάποιον ή από κάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. < περίδινος+ πλανήτης] … Dictionary of Greek
ՓՈՐՁԻՉ — (ձչի.) NBH 2 0957 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 12c ա. գ. ՓՈՐՁԻՉ ՓՈՐՁՈՂ. πειραστής, πειράζων, πειρώμενος, δοκιμαστής tentator, tentans եւն. Այն՝ որ փորձէ որ է օրինակաւ. մանաւանդ սատանայ. *Փորձիչ ետու զքեզ ժողովրդոց:… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՓՈՐՁՈՂ — (ողի.) NBH 2 0957 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 12c ա. գ. ՓՈՐՁԻՉ ՓՈՐՁՈՂ. πειραστής, πειράζων, πειρώμενος, δοκιμαστής tentator, tentans եւն. Այն՝ որ փորձէ որ է օրինակաւ. մանաւանդ սատանայ. *Փորձիչ ետու զքեզ ժողովրդոց:… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)